- Κυθέρεια
- Γένος μαλακοστράκων της οικογένειας των κυθερειιδών. Ανακαλύφθηκαν από τον Λαμάρκ το 1805 και περιλαμβάνουν μαλάκια με χοντρή κόγχη, λεία υαλοασβεστολιθική σύσταση και ωοειδές σχήμα. Απολιθωμένα λείψανά τους έχουν βρεθεί σε στρώματα διαφόρων διαπλάσεων από την ιουρασική περίοδο και έπειτα. Η μεγάλη εξάπλωσή τους συμπίπτει με την ηώκαινο διάπλαση του καινοζωικού αιώνα. Στην Ελλάδα, απολιθωμένα κ. έχουν βρεθεί μέσα σε πλειοκαινικά στρώματα στην περιοχή του Ισθμού της Κορίνθου καθώς και σε στρώματα της δεύτερης μεσογειακής βαθμίδας της κοιλάδας του ποταμού Μολίτσα στην Ήπειρο και στις ολιγοκαινικές ψαμμώδεις μάργες της περιοχής Σίνου Κερασιάς Θεσσαλίας.
* * *Κυθέρεια και Κυθείρη και Κυθήρη και Κυθέρη και Κυθηριάς, ιων. τ. Κυθερηϊάς, ἡ (Α)προσωνυμία τής θεάς Αφροδίτης («ἰσχανόων φιλότητος ἐϋστεφάνου Κυθερείης», Ομ. Οδ.).[ΕΤΥΜΟΛ. < Κύθηρα, με βράχυνση τού -η- (> -ε-) για μετρικούς λόγους].
Dictionary of Greek. 2013.